του Διαμαντή Σεϊτανίδη
Ένας παλιός πολιτικός, τον οποίο είχα πάει να συγχαρώ όταν ανέλαβε ένα υπουργείο, μου είχε πει μια φράση που μου έμεινε χαραγμένη στο μυαλό: «Σημασία δεν έχει πώς έρχεσαι σε ένα αξίωμα. Έχεις δει να κατηγορούν κανέναν πολιτικό επειδή ανέλαβε ένα αξίωμα;Ποτέ! Σημασία έχει πώς φεύγουμε, όχι πώς ερχόμαστε, όταν μιλάμε για μια δημόσια θέση. Αν έλθεις εδώ όταν φεύγω από το υπουργείο και μου πεις ότι τα πήγα καλά και φεύγω με το κεφάλι ψηλά, θα μετράει χίλιες φορές περισσότερο».
Είχε δίκιο. Γιατί στην αποχώρηση, έχουν μεσολαβήσει δυο πράγματα: Πρώτον η θητεία, άρα έχει θετικό ή αρνητικό πρόσημο και δεύτερον, ο τρόπος που αποχωρείς.
Αν φεύγεις με το κεφάλι ψηλά, δηλαδή αν δείχνεις την πολιτική σου αξιοπρέπεια, ή αν τότε, την ώρα της ήττας, την ώρα του τέλους, δείχνεις πόσο μικροπρεπής είσαι. Πόσο νάνος της πολιτικής.
Ας θυμηθούμε, μια και μιλάμε για πολιτική αξιοπρέπεια: Στις δημοτικές εκλογές του 2010, ο τότε δήμαρχος, Σταύρος Κόντος έμεινε εκτός του επαναληπτικού γύρου για μόλις εννέα ψήφους (αριθμός: 9).
Τότε όλοι, κι εγώ μαζί, είμασταν σχεδόν βέβαιοι ότι θα έκανε αίτηση επανακαταμέτρησης.
Εννιά ψήφοι πράγματι είναι ένα αποτέλεσμα που μπορεί να έχει προκύψει από λάθος στην καταμέτρηση.
Τότε, όμως, ο Σταύρος Κόντος ΑΡΝΗΘΗΚΕ να κάνει αίτηση, δείχνοντας την πολιτική του αξιοπρέπεια και παρέμεινε στην τρίτη θέση, από την οποία άσκησε εποικοδομητική αντιπολίτευση για τέσσερα χρόνια, όντας παρών στο δημοτικό συμβούλιο.
Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει στις μέρες μας, με τον Γιάννη Βούρο. Έχασε τη μάχη για την επανεκλογή του όχι για εννέα (9), αλλά για ενεννήντα (90) ψήφους. Και τι έκανε;
Πρώτον δημοσίευσε έναν μικροπρεπή και φοβικό λίβελλο κατά πάντων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χωρίς όμως να έχει το ελάχιστο τσαγανό να γράψει ονόματα, ώστε να καθίσει στο σκαμνί. Λάσπη στον ανεμιστήρα κατά πάντων.
Και δεύτερον, κάνει αίτηση επανακαταμέτρησης!
Ναι!
Να ξαναμετρηθεί μια διαφορά ενεννήντα ψήφων μήπως και «κοιμηθεί ο Θεός» (αυτά βέβαια ΔΕΝ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΠΟΤΑ) και ο πολιτικός νάνος που μας ταλαιπώρησε τα τελευταία τέσσερα χρόνια με την πολιτική του ανυπαρξία, παραμείνει γαντζωμένος στην καρέκλα του δημάρχου.
Τέτοια πολιτική αναξιοπρέπεια.
Τέτοια ανθρώπινη μικρότητα.
Τέτοια αδυναμία να παραδεχθεί ότι έχασε.
Οι πολιτικοί νάνοι όπως ο Γιάννης Βούρος θέλουν μόνο να κερδίζουν.
Αλλά, του έχουμε νέα και σε αυτό.
Σιγά μην κέρδισε αυτός το 2019.
Εκείνοι που τον έστειλαν, του έφτιαξαν τον συνδυασμό και τον στήριξαν, κέρδισαν.
Μαζί με την πλειοψηφία της πόλης, όπως εκφραζόταν από την «Αλήθεια», που ζητούσε επιτακτικά την αλλαγή στο δήμο μετά την περίοδο Βασιλόπουλου.
Προσέξτε κάτι ακόμα.
Εκτός του Βούρου, πολλοί Δήμαρχοι έχασαν σε αυτές τις εκλογές.
Ανάμεσά τους κι ο Δήμαρχος Αγίας Παρασκευής, Βασίλης Ζορμπάς.
Προφανώς οι δημότες αυτής της πόλης δεν ήταν ευχαριστημένοι, γι αυτό τον αποδοκίμασαν στην κάλπη.
Πώς, όμως, φεύγει ο Βασίλης Ζορμπάς;
Δείτε την σχετική του αναφορά:
Δηλαδή ο ΑΠΕΡΧΟΜΕΝΟΣ Δήμαρχος Αγίας Παρασκευής ζητεί εδώ και τώρα διαχειριστικό έλεγχο των πεπραγμένων του, ώστε να παραδώσει τον δήμο χωρίς σκιές για την περίοδο που ήταν Δήμαρχος.
Ενώ εδώ;
Ενώ εδώ ο Γιάννης Βούρος επιτίθεται εναντίον των πάντων αλλά ανώνυμα, και κάνει ότι δεν ακούει όταν ο εκλεγμένος διάδοχός του, Γιάννης Τομπούλογλου, προαναγγέλλει διαχειριστικό έλεγχο των οικονομικών του δήμου για να δούμε πώς ακριβώς διέθεσε το δημόσιο χρήμα η διοίκηση Βούρου.
Βλέπετε τη χαώδη διαφορά Σταύρου Κόντου και Γιάννη Βούρου;
Βλέπετε τη χαώδη διαφορά Βασίλη Ζορμπά και Γιάννη Βούρου;
Ο περαστικός (ευτυχώς…) από την πόλη μας, Γιάννης Βούρος, δεν μπήκε καν στον κόπο έως σήμερα, να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει τις φήμες που τον θέλουν να μην πατάει το πόδι του στο νέο δημοτικό συμβούλιο, να μην σέβεται τη λαϊκή ετυμηγορία που του έδωσε εντολή να κάνει αντιπολίτευση, να παρατάει τους πάντες και τα πάντα και να καταφεύγει «από χωρίου εις χωρίον» στα αγαπημένα του Βριλήσσια.
Αφήνει τους κατοίκους του «Ζεφυριού» (όπως Ο ΙΔΙΟΣ κατάντησε την αγαπημένη μας πόλη) να αναρωτιούνται…
Αλλά, βλέπετε, έχει να θρηνήσει το εκλογικό αποτέλεσμα με τους φίλους του από τις τέσσερις άκρες του Λεκανοπεδίου, που ενέταξε στο ψηφοδέλτιό του και που ναυάγησαν σε σταυρούς, μια κυρία από τα βόρεια προάστεια, έναν από το Φάληρο, έναν από κάπου στα νότια επίσης και πάει λέγοντας…
«Είναι πολλοί οι ξένοι, μα είναι μαδημένοι» όπως έγραφε ο Γκόγκολ στα «Παντρολογήματα» του…
Το μόνο που αναρωτιέμαι είναι πώς αισθάνονται τα μέλη της Πολιτών Πολιτεία, που θα παραμείνουν στην πόλη μας και που θα δέχονται όλο το επόμενο -μακρύ…- χρονικό διάστημα τις βολές για τα έργα και τις ημέρες ενός πολιτικού νάνου τον οποίο ακρίτως ακολούθησαν, πειθηνίως στήριξαν και, τώρα, έρχεται γι αυτούς κι αυτές η ώρα της διαρκούς απολογίας.
Σε λα βι, που λένε και οι Γάλλοι…