του Διαμαντή Σεϊτανίδη
Αν και περάσαμε εποχές «σκληρού ροκ» με τον Κώστα Παντελόγλου, εσχάτως έχουμε καταφέρει να συνομιλούμε (διαδικτυακώς) περισσότερο με επιχειρήματα, παρά με αφορισμούς. Έτσι απαντώ ευχαρίστως στο πρωινό του σημείωμα περί ερασιτεχνικού κι επαγγελματικού αθλητισμού, που ήταν απάντηση σε προηγούμενο δικό μου σημείωμα.
Φιλότιμη η προσπάθεια του γράψαντος, πενιχρά όμως τα αποτελέσματα. Διότι η κεντρική επιχειρηματολογία μου καθόλου δεν ήταν (όπως αναφέρει μάλλον συμπερασματικώς, ωστόσο εσφαλμένως ο Κώστας Παντελόγλου) ότι «δεν ελκύονται εκατομμύρια πολιτών απ’ τον ερασιτεχνικό αθλητισμό κι ότι εν ολίγοις όποιος τον στηρίζει είναι εκτός πραγματικότητας και εκτός εποχής». Πού τα βρήκε αυτά; Όχι στο δικό μου κείμενο, πάντως. Αντίθετα εγώ υποστηρίζω ότι ο ερασιτεχνικός αθλητισμός είναι απαραίτητο συστατικό σε μια σύγχρονη κοινωνία, αλλά επίσης υποστηρίζω ότι άλλο πράγμα ο ερασιτεχνικός αθλητισμός κι άλλο ο επαγγελματικός. Τα παιδιά μου αθλούνται από νήπια, αλλά παράλληλα ετοιμάζονται να γίνουν επιστήμονες. Δεν επιλέγουν ως ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ τον αθλητισμό, αλλά ασχολούνται με αυτόν ερασιτεχνικά. Το ίδιο και τα παιδιά πάρα πολλών συμπολιτών μας, που έχουν κρατήσει ζωντανούς ένα σωρό αθλητικούς συλλόγους: Ιωνικός, ερασιτεχνική ΑΕΚ, ΑΟΝΦ Άτταλος, ΦΕΑ, Χαλκηδονικός, Ανδρομέδα, Ευ Αγωνίζεσθαι, οι ομάδες των σχολείων της πόλης αλλά και αυτοσχέδιες ομάδες από παρέες πιτσιρικάδων, που αθλούνται και το ευχαριστιούνται.
Τα νούμερα που επικαλείται ο κ. Παντελόγλου, θα ήταν πειστική απάντηση σε κάποιον ο οποίος θα ισχυριζόταν ότι «δεν χρειάζεται ο ερασιτεχνικός αθλητισμός». Θεωρώ ότι έχει γίνει σαφές πως εγώ δεν υποστηρίζω τέτοια πράγματα. Απλώς αρνούμαι την αντίθετη άποψη που λέει ότι δεν χρειάζεται ο επαγγελματικός.
Ακολούθως ο Κ. Παντελόγλου επιχειρεί ένα διαχωρισμό, ο οποίος όμως «μπάζει». Άλλο πολίτες, λέει, κι άλλο πελάτες. Δηλαδή, αν κατάλαβα καλά, ο «πολίτης» είναι ο οπαδός του ερασιτεχνικού αθλητισμού κι ο «πελάτης» του επαγγελματικού. Στο σημείο αυτό αναδεικνύεται η πρώτη θεμελιώδης αντίφαση: Εάν ο Κ. Παντελόγλου συνεχίζει να υποστηρίζει τη μαρξική θεωρία, πώς εξηγεί τη θέση του «άλλο πολίτες κι άλλο πελάτες», όταν ο Μαρξ έχει υπαγάγει το σύνολο της κοινωνικής ζωής στην πολιτική και ειδικότερα στις οικονομικές σχέσεις; Ή το ένα θα ισχύει, ή το άλλο. Ή θα έχει δίκιο ο Μαρξ ότι όλα υπάγονται και καθορίζονται από τις οικονομικές σχέσεις (άρα δεν διαχωρίζεται η πολιτική ιδιότητα ενός ανθρώπου από την οικονομική του δραση και τις επιλογές του), ή θα ισχύει αυτό που ανέφερε ο Κ. Παντελόγλου, «άλλο πολίτες κι άλλο πελάτες». Ο γράφων στον «Κόσμο», πρέπει να διαλέξει...
Η δική μου άποψη, που δεν είμαι μαρξιστής, είναι νομίζω καθαρή: Σε μια κοινωνία το άτομο είναι μια πολυδιάστατη οντότητα, κάθε πτυχή της οποίας λειτουργεί αξεδιάλυτα με τις άλλες. Είμαι πελάτης στο βιβλιοπωλείο που αγοράζω Τσβάιχ κι όχι Γκόρκι, κι αυτό μου διαμορφώνει, εν τινι μέτρω, την πολιτική μου συμπεριφορά. Πώς διαχωρίζεται, με ποια κριτήρια, η ιδιότητα του πολίτη από εκείνη του πελάτη;
Κάνω εδώ μια παρένθεση γιατί πέρα από τις όποιες διαφωνίες μου με τον Κώστα Παντελόγλου, τέτοια κείμενα αντιπαράθεσης με ψυχραιμία κι επιχειρήματα προσφέρονται και για μερικές παρεκβάσεις που δημιουργούν άλλα ερεθίσματα στον αναγνώστη. Τα ονόματα του Στέφαν Τσβάιχ και του Μαξίμ Γκόρκι δεν τα ανέφερα τυχαία. Το σοβιετικό καθεστώς έκανε στα τελευταία χρόνια του Στάλιν και αργότερα μια συστηματική, αλλά αποτυχημένη προσπάθεια να παρουσιάσει τον Μαξίμ Γκόρκι ως συγγραφέα ανώτερο του μεγάλου Φιοντόρ Ντοστογιέβσκι. Ο λόγος, προφανής: Ο Γκόρκι ήταν σύγχρονος των μπολσεβίκων, άρα ζωντανή απόδειξη για τα θαύματα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Ο Ντοστογιέβσκι, έγραψε τα αριστουργήματά του στην τσαρική Ρωσία, δεν είχε «φωτιστεί» από το απαύγασμα του σταλινισμού. Σα να λέμε δηλαδή, ότι κάποιος είναι τόσο, μα τόσο τυφλωμένος, που μπορεί έστω και κατά τι να συγκρίνει τη «Μάνα» με τους «Αδελφούς Καραμαζόφ». Ο Τσβάιχ, από την άλλη, κατάφερε με ένα τρόπο κατά την ταπεινή μου άποψη μοναδικό κι ανεπανάληπτο να μεταφέρει ευαίσθητες αντιλήψεις για την ψυχή του ανθρώπου σε καλοδουλεμένες νουβέλες και μυθιστορήματα. Ο ίδιος ο Φρόιντ επανειλημμένως απευθύνθηκε γραπτώς στον Τσβάιχ για να συζητήσει μαζί του πτυχές της ψυχολογικής διάστασης των μυθιστορημάτων του μεγάλου Αυστριακού συγγραφέα. Ποιος δεν έχει μείνει έκθαμβος, για παράδειγμα –δεν θυμάμαι αν το έχω ξαναγράψει εδώ μέσα- από τη σύλληψη και το ψυχολογικό κρεσέντο της περίφημης «Σκακιστικής Νουβέλας» του Τσβάιχ, αυτού του αριστουργήματος των 120 σελίδων; Αυτός που διαβάζει Τσβάιχ, για να επανέλθω στο θέμα με τον Κώστα Παντελόγλου, είναι πολίτης, κατά τη γνώμη του, ή πελάτης;
Είναι προφανές, νομίζω, ότι η διαφορά μου με τον Κώστα Παντελόγλου επί των θεμάτων που ανέδειξε, εξ αφορμής του διαχωρισμού ερασιτεχνικού κι επαγγελματικού αθλητισμού, συμποσούνται στα παρακάτω δυο σημεία:
Α. Δεν υποτίμησα καθόλου τον ερασιτεχνικό αθλητισμό, κάθε άλλο: τόνισα ότι είναι διαφορετικό πράγμα από τον επαγγελματικό, όχι ότι ο ένας εκ των δυο είναι περιττός. Θεωρώ ότι έχω κάνει αυτή τη συγκεκριμένη θέση μου, σαφή.
Β. Ο διαχωρισμός (εκ μέρους του Κώστα Παντελόγλου) του σύγχρονου ανθρώπου σε πολίτη και σε πελάτη δεν τεκμηριώνεται, παρά μόνο τίθεται αξιωματικά, ενώ συγχρόνως αναιρεί μια από τις πιο βασικές θέσεις του μαρξισμού. Το παράδειγμα των βιβλίων που αγοράζω (ως «πελάτης») και τα οποία διαμορφώνουν την άποψή μου ως «πολίτη», είναι καθοριστικό. Προσθέτω εδώ κι άλλο ένα: Τόσο ως πολίτης, όσο και ως πελάτης κάνω ΑΚΡΙΒΩΣ το ίδιο πράγμα: Επιλέγω ανάμεσα σε ομοειδή προϊόντα. Στην κάλπη, επιλέγω το ψηφοδέλτιο του κόμματος, το οποίο με πείθει περισσότερο από τα άλλα ότι θα μου εξασφαλίσει μια καλύτερη ζωή. Στο super market, επίσης επιλέγω εκείνο το προϊόν που με πείθει περισσότερο από τα άλλα ότι θα μου εξασφαλίσει την κάλυψη μιας συγκεκριμένης ανάγκης. Κι όπως έχω το αναφαίρετο δικαίωμα, αν το προϊόν που επιλέγω από το super market δεν με ικανοποιεί, να μην το ξανααγοράσω, αλλά αντίθετα να προτιμήσω κάποιο άλλο, έτσι ΑΚΡΙΒΩΣ και στην κάλπη, η Δημοκρατία μου δίνει το δικαίωμα εάν ένα κόμμα που επέλεξα δεν ανταποκριθεί στις δικές μου προσδοκίες, να το αλλάξω και να ρίξω στην (επόμενη) κάλπη, ένα άλλο.
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Το ανέφερα ήδη: Γιατί η Ανοικτή Κοινωνία εκλαμβάνει κάθε πρόσωπο που τη συναποτελεί, ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα, με πολυσχιδή δραστηριότητα, κάθε πτυχή της οποίας δεν διαχωρίζεται από τις άλλες. Όλες μαζί, προϊόν των δικών του επιλογών και αποφάσεων –τις οποίες σαφώς διαμορφώνει με επιρροές από το περιβάλλον του- συναποτελούν ΤΗΝ προσωπικότητα κάθε πολίτη.
Κλείνω με μια ακόμα παρατήρηση, κάπως παρενθετική: Αυτά συμβαίνουν στην Ανοικτή Κοινωνία, όχι –όπως αναφέρει ο Κώστας Παντελόγλου- στον «καπιταλισμό». Όσοι θεωρούν ότι οι δυτικές κοινωνίες είναι «καπιταλισμός» και μόνον, απλώς αναπαράγουν τη μαρξική αντίληψη ότι το σύνολο των ανθρώπινων δραστηριοτήτων υπάγεται και καθορίζεται από τις οικονομικές σχέσεις. Στην Ανοικτή Κοινωνία, μόνο μια μικρή μειοψηφία των οπαδών της, οι νεοφιλελεύθεροι, υιοθετούν αυτή τη μαρξική προσέγγιση. Άλλο εάν πολλοί αριστεροί τσουβαλιάζουν συλλήβδην τους οπαδούς της Ανοικτής Κοινωνίας στον «καπιταλισμό», οι συντριπτικά περισσότεροι χωρίς να γνωρίζουν τις διαφορές των εννοιών που χρησιμοποιούν.
Πάρτε παράδειγμα τον δημαρχάκο μας και τους αγράμματους πραιτοριανούς του. Όποιος δεν ασπάζεται τις ιδεοληψίες τους, είναι... νεοφιλελεύθερος. Ξύλα απελέκητα...
ΥΓ: Στο σκίτσο, απεικονίζονται οι Καρλ Μαρξ και Γιόζεφ Σουμπέτερ, ως μια υπόσχεση για συνέχιση του διαλόγου...
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ