Του Γ. Αγγέλη
"Ο Απρίλιος θα είναι κομβικός μήνας για την τελική φάση ολοκλήρωσης της συμφωνίας των "θεσμών” με την κυβέρνηση" για την αξιολόγηση, αλλά και για τη δρομολόγηση της επιστροφής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Την εκτίμηση αυτή διατυπώνουν στο "Κ" διπλωματικοί κύκλοι στις Βρυξέλλες, υποστηρίζοντας ότι δύο "γεγονότα" είναι καθοριστικά για την οριστικοποίηση των αποφάσεων για το ελληνικό πρόγραμμα στήριξης του ESM: η ανακοίνωση των οριστικών στοιχείων της Eurostat στις 21 Απριλίου για την πορεία των οικονομικών μεγεθών του 2016 και τα αποτελέσματα των γαλλικών εκλογών.
Το πρώτο γεγονός, ήτοι τα οριστικά στοιχεία της Eurostat, τα οποία, με βάση την υπάρχουσα ενημέρωση, δεν απέχουν σημαντικά από τα στοιχεία που έχει δώσει το ΥΠΟΙΚ, θα επιτρέψει στο ΔΝΤ να "διορθώσει" κάποιες από τις εκτιμήσεις του και να προσεγγίσει τις ελαστικότερες προσεγγίσεις που ήδη διατυπώνονται και από την πλευρά του γερμανικού ΥΠΟΙΚ.
Οι διορθώσεις αυτές, όπως εκτιμάται, θα ανοίξουν τον δρόμο για μια προσέγγιση στο "αγκάθι" των επιπλέον μέτρων που θα στοχεύουν σε πρωτογενή πλεονάσματα κατά τι χαμηλότερα του 3,5% του ΑΕΠ για τη μετά το τέλος του προγράμματος περίοδο.
Επισημαίνεται από τους ίδιους κύκλους ότι ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ, κ. Σόιμπλε, σε πρόσφατη συνέντευξή του για πρώτη φορά δημόσια έκανε λόγο για το ενδεχόμενο αποδοχής πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 2,7% του ΑΕΠ, αντί του 3,5%, αν επιβεβαιωθεί η σταθερότητα της τάσης υπεραπόδοσης των μέτρων που έχουν ήδη υιοθετηθεί.
Σε εκκρεμότητα, αλλά χωρίς απόλυτα σκληρές θέσεις, βρίσκεται και το συμπληρωματικό στοιχείο του χρονοδιαγράμματος στο οποίο θα πρέπει να διατηρηθούν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Οι δύο ρυθμίσεις που έχουν σε τεχνικό επίπεδο τεθεί προς συζήτηση είναι το αν τα πλεονάσματα θα πρέπει να διατηρηθούν μέχρι το 2021 ή μέχρι το 2023. Το Βερολίνο προς το παρόν επιμένει για πενταετία τουλάχιστον, ενώ το ΔΝΤ συζητά την τριετία.
Η διπλή διόρθωση
Με αυτήν τη διπλή "διόρθωση", από τους ευρωπαϊκούς "θεσμούς" και από το ΔΝΤ, σχεδιάζεται η παράκαμψη του πρώτου από τα δύο προβλήματα για τη συμφωνία, αυτού που αφορά το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων και των μέτρων που θα πρέπει να προ-νομοθετηθούν, το αργότερο μέσα στον Μάιο, από την ελληνική πλευρά για να διασφαλιστούν.
Το δεύτερο πρόβλημα που βρίσκεται σε εκκρεμότητα, όπως επανέλαβε χθες η κυρία Λαγκάρντ, είναι η απαίτηση του ΔΝΤ για περαιτέρω διευθέτηση του ελληνικού χρέους πέραν εκείνης των βραχυπρόθεσμων μέτρων που ήδη έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται.
Εδώ η "λύση" έχει επίσης αρχίσει να... ετοιμάζεται. Και θα ενεργοποιηθεί εφόσον προηγουμένως ολοκληρωθεί μέσα στον Απρίλιο η συμφωνία για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα μετά το 2018 μέτρα για τη διασφάλισή τους. Η "λύση" αφορά την τεχνική συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων παρεμβάσεων που έχουν ήδη αποφασιστεί τον Μάιο του 2016 και τα οποία έχουν δύο βασικούς άξονες προς διευθέτηση:
- Ο πρώτος άξονας αφορά την περαιτέρω επιμήκυνση της διάρκειας του χρέους και τη διασφάλιση της σταθερότητας των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα, ανάλογα εκείνων που έχουν εξασφαλιστεί στα βραχυπρόθεσμα μέτρα, ήτοι χαμηλότερα του 2%. Για το ΔΝΤ η περαιτέρω επιμήκυνση της διάρκειας του χρέους θα πρέπει να αγγίξει την 20ετία. Όπως παρατηρούν από την ΕΚΤ, αν φύγει από τη μέση το στοιχείο της αβεβαιότητας για την ικανότητα του ελληνικού Δημοσίου να αποπληρώνει τις υποχρεώσεις του, το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι ανάμεσα στα "καλύτερα" στην Ευρώπη όσον αφορά τα χαμηλά ετήσια τοκοχρεολύσια, τη διάρκεια και την κατανομή μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
- Ο δεύτερος άξονας έχει να κάνει αφενός με το πώς και πού θα χρησιμοποιηθούν τα "κέρδη" των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία έχουν αγοραστεί σε πολύ χαμηλές τιμές αλλά εξοφλούνται στο 100% της ονομαστικής τους αξίας. Και αφετέρου πώς θα είναι η πιθανή χρήση των κεφαλαίων που έχουν "περισσέψει" από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Σε τεχνικό επίπεδο, η "λύση" που έχει προταθεί –και λύνει για προφανείς λόγους τα χέρια του ΔΝΤ– είναι να εξασφαλιστούν με τα κεφάλαια αυτά (που ήδη υπάρχουν) πρόωρες εξοφλήσεις χρέους του ΔΝΤ ή η διευκόλυνση αγοράς και αναδιάρθρωσης του διακρατικού χρέους (52 δισ. ευρώ).
Το πολιτικό ρίσκο
Πέραν της καθαρά οικονομικής πλευράς, που εξαρτάται από τις συμφωνίες με τους "θεσμούς", το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης επηρεάζεται σε ισχυρό βαθμό από τις πολιτικές εξελίξεις και τον ευρωπαϊκό εκλογικό κύκλο, ιδιαίτερα δε τις γαλλικές εκλογές.
Το εκλογικό αποτέλεσμα αποτελεί, σύμφωνα με κοινοτικούς αξιωματούχους, έναν πολύ κρίσιμο παράγοντα, καθώς, στην περίπτωση εκλογικής επιτυχίας της Μαρίν Λεπέν, ο πολιτικός και οικονομικός ορίζοντας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και της Ευρωζώνης ειδικά, μπαίνει σε μια εντελώς διαφορετική τροχιά. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου η προοπτική Frexit από το ευρώ θα είναι πλέον στο προσκήνιο, όλες οι πλευρές της διαπραγμάτευσης στο ελληνικό πρόγραμμα θα επανεξετάσουν τη στάση τους...
Διαφορετικά, σε περίπτωση –όπως δείχνουν και τα προεκλογικά γκάλοπ– που η φιλοευρωπαϊκή πτέρυγα κερδίσει τις εκλογές, όλες οι πλευρές θα έχουν λόγο να κινηθούν ταχύτατα οι διαδικασίες ολοκλήρωσης της συμφωνίας που θα βγάλει την Ελλάδα από το κάδρο της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, ομαλοποιώντας και το εσωτερικό πεδίο αντιπαράθεσης εν όψει των γερμανικών εκλογών...
Αναδημοσίευση από το "Κεφάλαιο" που κυκλοφορεί.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
δεν βρέθηκαν σχόλια επισκεπτών...